Lemma

Βρισηΐς

PROP.NOUN (ne)

Feminine

 SGDUPL
NOM 2 Βρισηῒς
ACC 5 Βρισηΐδα
GEN 2 Βρισηΐδος
DAT 1 Βρισηΐδι
VOC
form parse
Βρισηῒς NOM.SG F
Βρισηΐδα ACC.SG F
Βρισηΐδος GEN.SG F
Βρισηΐδι DAT.SG F