Lemma

βραχίων

NOUN (n-)

Masculine

 SGDUPL
NOM 1 βραχίονες
ACC 4 βραχίονα
GEN 1 βραχίονος
DAT
VOC
form parse
βραχίονα ACC.SG M
βραχίονος GEN.SG M
βραχίονες NOM.PL M