Lemma

στεῖνος

NOUN (n-)

Neuter

 SGDUPL
NOM 1 στεῖνος
ACC 1 στεῖνος
GEN
DAT 1 στείνεϊ
2 στείνει
VOC
form parse
στεῖνος NOM.SG N
στεῖνος ACC.SG N
στείνει DAT.SG N
στείνεϊ DAT.SG N