Lemma

στεφάνη

NOUN (n-)

Feminine

 SGDUPL
NOM 1 στεφάνη
ACC 1 στεφάνην 1 στεφάνας
GEN 2 στεφάνης
DAT
VOC
form parse
στεφάνη NOM.SG F
στεφάνην ACC.SG F
στεφάνης GEN.SG F
στεφάνας ACC.PL F