Lemma

γόος

NOUN (n-)

Masculine

 SGDUPL
NOM 2 γόος
ACC 11 γόον 1 γόους
GEN 4 γόου
4 γόοιό
27 γόοιο
DAT 2 γόῳ
VOC
form parse
γόος NOM.SG M
γόον ACC.SG M
γόου GEN.SG M
γόοιο GEN.SG M
γόοιό GEN.SG M
γόῳ DAT.SG M
γόους ACC.PL M