Lemma

μέδων

NOUN (n-)

Masculine

 SGDUPL
NOM 9 μέδοντες
ACC 1 μέδοντας
GEN 1 μέδοντος
DAT
VOC 14 μέδοντες
form parse
μέδοντος GEN.SG M
μέδοντες NOM.PL M
μέδοντας ACC.PL M
μέδοντες VOC.PL M