Lemma

θρόνος

NOUN (n-)
form parse
θρόνος NOM.SG M
θρόνον ACC.SG M
θρόνου GEN.SG M
θρόνῳ DAT.SG M
θρόνοι NOM.PL M
θρόνους ACC.PL M
θρόνων GEN.PL M
θρόνοισι DAT.PL M
θρόνοις DAT.PL M
θρόνοισιν DAT.PL M